Από τον 18ο μέχρι και τον 20ο αιώνα, η έννοια της Φύσης και του Κλίματος καλούνται να προσδιορισθούν σε νέα δεδομένα, να επαναπροσδιοριστούν κατά κάποιο τρόπο και να ανταποκριθούν στο πλαίσιο της ιδέας του υποκειμένου, του ατόμου, που από τον Ντεκάρντ και αργότερα τον Καντ, προβάλλεται και υποδεικνύει μια φιλοσοφία αδιανόητη πριν τον Γαλιλαίο. Δύο είναι πια οι κύριες ερμηνείες της Φύσης. Η ιδεαλιστική, που εκφράζεται από τον Χέγκελ και η εμπειριστική, που εκφράζεται από τον Λοκ, τον Μπέρκλεϊ (που συνδέει τον εμπειρισμό με μια πιο μεταφυσική οπτική) και τον καθαρά σκεπτικιστή Χιουμ. Όλοι οι λαοί αργά ή γρήγορα στρέφονται στη φύση και όλα τα κινήματα τοποθετούνται και εκφέρουν άποψη ως προς αυτή, μελετώντας παράλληλα το κλίμα και το φυσικό περιβάλλον .
ΚΛΙΜΑ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ – Ο ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ
Σήμερα , εποχή της παγκοσμιοποίησης και της κυριαρχίας των αγορών, της μετατροπής των πολιτικών σε διαχειριστές και των πολιτών σε υπηκόους, έννοιες όπως αυτή της εθνικής συνείδησης είναι έννοιες που βρίσκονται εκ των πραγμάτων σε αμφισβήτηση και πρέπει, εφόσον κριθεί αναγκαίο, να βρεθεί τρόπος ώστε να διατηρήσουν το νόημα και την υπόστασή τους. Παράλληλα, όλοι είμαστε μάρτυρες των αλλαγών που συντελούνται στο φυσικό περιβάλλον ως αποτέλεσμα και της ανθρωπογενούς δραστηριότητας και των κατά καιρούς καταστροφολογικών σεναρίων που ενδεχομένως συνδέονται με τις αλλαγές αυτές. Με βάση τις παραπάνω σκέψεις, αποτελεί εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα προς διερεύνηση η σχέση της σταθερότητας −η μη− του κλίματος με την έννοια της εθνικής ταυτότητας, όπως αυτή αρχίζει να προσδιορίζεται κυρίως μετά τον Διαφωτισμό, όταν σταδιακά αρχίζει, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, να αναπτύσσεται ως ιδεολόγημα και να διαμορφώνεται ως υπαρκτή οντότητα το έθνος-κράτος. Η έννοια της εθνικής συνείδησης και τα χαρακτηριστικά της αναπτύσσονται μεταξύ άλλων στο ενδιαφέρον βιβλίο National Identity του Anthony D. Smith.
Όσον αφορά το Κλίμα, ήδη από τα χρόνια της βασικής μας εκπαίδευσης μαθαίναμε ότι πρόκειται για τις μετεωρολογικές συνθήκες που επικρατούν σε μία περιοχή για μια μεγάλη χρονική περίοδο. Το κλίμα ωστόσο, σύμφωνα με όσους υποστηρίζουν σε γενικές γραμμές τον λεγόμενο κλιματικό ντετερμινισμό, είναι από τους παράγοντες εκείνους που επηρεάζουν τη διαμόρφωση μιας συλλογικότητας, όπως τα ηθικά, πολιτισμικά ή ακόμα και τα φυσικά χαρακτηριστικά των κατοίκων μια περιοχής σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, το βασικό επιχείρημα του κλιματικού ντετερμινισμού είναι ότι οι φυσικές παράμετροι μιας περιοχής, μεταξύ αυτών και το κλίμα, έχουν ισχυρή επίδραση στη διαμόρφωση τόσο του χαρακτήρα όσο και των μορφολογικών στοιχείων των κατοίκων της.
Για παράδειγμα, στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης έχει εκφραστεί η άποψη ότι οι περιοχές κοντά στους τροπικούς παραμένουν υπανάπτυκτες, καθώς οι ήπιες κλιματολογικές συνθήκες, ό,τι ονομάζουμε στην καθημερινή μας ζωή «καλός καιρός», δεν απαιτούν κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια εκ μέρους των κατοίκων για να εξασφαλιστεί η επιβίωσή τους. Επομένως, οι άνθρωποι εκεί δεν χρειάζεται να εργάζονται το ίδιο σκληρά , όπως σε ψυχρότερα κλίματα, άρα δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την κρίσιμη μάζα παραγωγικότητας που θα οδηγήσει στην ανάπτυξη.Φυσικά, εύκολα μπορεί κανείς να προσάψει σε αυτή την αντίληψη τουλάχιστον εν δυνάμει ρατσιστική διάθεση. Ειδικά όταν χρησιμοποιήθηκε για να υποστηρίξει συγκεκριμένες πολιτικές πρακτικές, όπως π.χ. εκείνη του Ηνωμένου Βασιλείου απέναντι στην Ινδία τον 19ο αιώνα. Γενικότερα, πρόκειται για μια αντίληψη που υιοθετήθηκε χωρίς μεγάλες αντιστάσεις από όσους ήθελαν να υπερασπιστούν τις διάφορες αποικιοκρατικές πολιτικές, αλλά ακόμα και σήμερα τη χρησιμοποιούν ορισμένοι προκειμένου να δώσουν στους Νοτιοευρωπαίους τον ασφαλώς άδικο και σαφώς αρνητικό χαρακτηρισμό PIGS.
Το σχήμα του περιβαλλοντικού ντετερμινισμού ήταν ωστόσο η θεωρία που χρησιμοποιήθηκε από τον σημαντικότερο τουλάχιστον μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου, τον Δημήτριο Αιγινήτη (1862-1934), αλλά με έναν ουσιαστικά αντίστροφο σκοπό, να αμυνθεί απέναντι στις «ιμπεριαλιστικές» ιδεολογικές θέσεις των Βορειοευρωπαίων.
Ο Δημήτριος Αιγινήτης είναι ο θεμελιωτής της σύγχρονης μετεωρολογίας στην Ελλάδα. Παράλληλα, είχε σημαντική πολιτική δράση και επηρέασε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις εξελίξεις του καιρού του. Σε αυτόν, για παράδειγμα, οφείλεται η μετάβαση στο Γρηγοριανό ημερολόγιο, ο καθορισμός της αστρονομικής ώρας στην Ελλάδα και η εγκατάσταση ενός αξιόπιστου δικτύου μετεωρολογικών σταθμών στη χώρα μας.
Όπως είδαμε στο πρώτο μέρος του Αφιερώματος για την Μετεωρολογία στη χώρα μας στην Ελλάδα ήρθε το 1890 καθώς την εποχή εκείνη βρισκόταν στο Παρίσι . Δέχθηκε πρόσκληση από τον Χαρίλαο Τρικούπη μέσω του αξιωματικού του Ναυτικού Πέτρου Λυκούδη. Ο Αιγινήτης δέχτηκε, παρά τους αρχικούς δισταγμούς του, κυρίως επειδή πείστηκε ότι αυτό ήταν το πατριωτικό του καθήκον. Γράφει ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο “Το έργον μιας εικοσιπενταετίας “(1890-1915): «Ούτως αφού εταλαντεύθημεν επί τινα χρόνον, απεφασίσαμεν επί τέλους να δεχθώμεν κατ’ αρχήν την πρότασιν και να αποστείλωμεν προς τον Πρωθυπουργόν υπόμνημα, εν τω οποίω αναλύοντες το έργον και αναπτύσσοντες τας ανάγκας τοιούτου ιδρύματος εν Ελλάδι, υπεβάλλομεν συγχρόνως και τους ζητηθέντας όρους, υφ’ ους θα ήτο δυνατόν να αναλάβωμεν μετ’ ελπίδων επιτυχίας την διεύθυνσιν αυτού». Η εποχή ήταν οικονομικά δύσκολη για την Ελλάδα. Ο Αιγινήτης μάλιστα σημειώνει: «Ο Τρικούπης επανελθών εις την Αρχήν, ιδία προς ανόρθωσιν των οικονομικών του Κράτους, πανίσχυρος μεν κοινοβουλευτικώς αλλά κατ’ ανάγκην με πρόγραμμα αυστηρών οικονομιών, […] δεν ήτο δυνατόν βεβαίως να προβή τότε εις ουδεμίαν υπέρ του Αστεροσκοπείου σοβαράν δαπάνην». Παρά ταύτα ο Αιγινήτης, με τη δυνατή προσωπικότητά του, αναδιοργανώνει το Μετεωρολογικό Τμήμα του Αστεροσκοπείου, και μάλιστα, ενώ η χώρα βρισκόταν στη δίνη της πτώχευσης του 1893, καταφέρνει να εξασφαλίσει από τον τότε υπουργό Παιδείας Αθ. Ευταξία το σημαντικό για την εποχή και την περίσταση ποσό των 25.000 δραχμών. Με τον τρόπο αυτόν αποκτά η χώρα το πρώτο άρτιο μετεωρολογικό δίκτυο από συνολικά 21 σταθμούς, για τη σωστή λειτουργία των οποίων εκδίδει την Πρακτική Μετεωρολογία.
Παράλληλα αρχίζει την επεξεργασία όλων των διαθέσιμων μετεωρολογικών στοιχείων, που τελικά οδήγησε στη συγγραφή του σημαντικότερου για τη μετεωρολογία βιβλίου του, του δίτομου έργου του Το Κλίμα της Αττικής και των Αθηνών, που εκδόθηκε το 1895. Σε πρώτη προσέγγιση, ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί ότι σκοπός του Αιγινήτη είναι να αποδείξει απλώς τη σταθερότητα του κλίματος της Αττικής και της Αθήνας, ειδικότερα από την αρχαιότητα μέχρι την αρχή του 20ού αιώνα, και παραθέτει μια σειρά θεωρητικά και πρακτικά επιχειρήματα για το θέμα αυτό. Στην πραγματικότητα, όμως, επιχειρεί να επιβεβαιώσει τη συνέχεια του ελληνισμού. Πιθανώς αυτό το εγχείρημα να θεωρείται, σήμερα τουλάχιστον, παράδοξο και ενδεχομένως εθνικιστικό. Όμως, αυτή η ερμηνεία δεν θα ήταν παρά μία αναχρονιστική θεώρηση του παρελθόντος. Στο εγχείρημα αυτό είναι ανάγκη να επανέλθουμε, με επίκεντρο τη σύγκρουση του Αιγινήτη με τον Γερμανό ιστορικό Φλαμεράιρερ σε σχέση με το κλίμα.
ΟΙ “ΘΕΤΙΚΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ
Κατά τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Κυρίως οι επιστήμονες, οι λεγόμενοι “θετικοί επιστήμονες” εξακολουθούσαν να έχουν μία ισχυρή παρουσία και επιρροή στον δημόσιο λόγο. Δεν είχαν ακόμη αυτο-αποκλειστεί ως ιδιότυποι μοναχοί στα ερημητήρια-εργαστήριά τους στο όνομα της διακονίας της δικής τους θρησκείας, που δεν ήταν άλλη από την αναζήτηση της επιστημονικής αλήθειας.
Στην περίπτωση αυτή μάλιστα επιβεβαιώνεται ένα παράδοξο φαινόμενο. Οι επιστήμονες εκείνη την εποχή δεν υποστηρίζουν αυτή την περίεργη θέση περί κοινωνικής και ιδεολογικής ουδετερότητας της επιστημονικής γνώσης. Το αντίθετο. Έχοντας μάλιστα κατά νου ότι ο 19ος αιώνας έμεινε γνωστός ως ο αιώνας διάφορων “–ισμών”, μεταξύ αυτών και του εθνικισμού, δεν μας παραξενεύουν οι απόπειρες και εκ μέρους των επιστημόνων να συμβάλουν στη διαμόρφωση και ισχυροποίηση των εθνικών ταυτοτήτων σε έθνη που αποκτούν αυτόνομη κρατική υπόσταση εκείνο τον καιρό, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και οι ΗΠΑ. Και φυσικά, καθώς όπου υπάρχει δράση υπάρχει και αντίδραση σύμφωνα με το νευτώνειο αξίωμα, αναπτύχθηκαν και φυγόκεντρες δυνάμεις στο θέμα αυτό.
ΑΙΓΗΝΙΤΗΣ ΚΑΙ ΦΑΛΜΕΡΑΥΕΡ
Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτή η δράση έχει ονοματεπώνυμο, και μάλιστα από τότε χαρακτηρισμένο ως απολύτως ανθελληνικό. Πρόκειται για τον Γερμανό ιστορικό Jacob Phillip Fallmerayer (1790-1861), ο οποίος αμφισβητεί τη συνέχεια του ελληνισμού στη νότια Βαλκανική με μια σειρά επιχειρημάτων, που μεταξύ τους ισχυρή θέση κατέχει και η αλλαγή του κλίματος, και μάλιστα σε σημαντικό βαθμό, κατά τη χρονική περίοδο που έχει μεσολαβήσει εν τω μεταξύ.
Αν και στην πραγματικότητα ο Fallmerayer επιτίθεται σε έναν συγκεκριμένο ακαδημαϊκό κύκλο της Γερμανίας με τον οποίο διαφωνεί, ξαφνικά αποτελεί το κόκκινο πανί για τους Έλληνες διανοούμενους της εποχής, που στο εύθραυστο και ρευστό πολιτικό σκηνικό των νότιων Βαλκανίων ανακαλύπτουν έναν εχθρό που ύπουλα επιδιώκει να υποσκάψει την έννοια της εθνικής τους ταυτότητας, άρα και το δικαίωμά τους να κατοικούν και κυρίως να εξουσιάζουν τον τόπο των προγόνων τους.
O Αιγινήτης είναι εκείνος που αναλαμβάνει την ανασκευή των επιχειρημάτων του Fallmerayer από επιστημονική σκοπιά.
«Ο Fallmerayer υπεστήριξεν, ως γνωστόν, ότι ου μόνον η φυλή του αρχαίου λαού της Ελλάδος εντελώς εξέλιπεν, αλλά και το κλίμα αυτής υπέστη τοιαύτην μεταβολήν, ώστε η χώρα έχασε και αυτήν την παραγωγικήν της δύναμιν• αντί των άλλοτε ευφόρων και πλουσίων εις ύδατα λειμώνων και πεδιάδων, μόνον ξηροί αγροί και φαλακρά όρη υπάρχωσιν ήδη εν αυτή, όθεν η σημερινή Ελλάς, λέγει, δεν δύναται πλέον να συμπεριληφθή εις τον κύκλον του δυτικού πολιτισμού».
Στο βιβλίο του σημειώνει ότι το κλίμα είναι το πιο αντιπροσωπευτικό φυσικό χαρακτηριστικό για κάθε χώρα και χαρακτηρίζει την ιδιοσυγκρασία των κατοίκων της.
ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Σε αυτό το πλαίσιο ο Αιγηνίτης υποστηρίζει ότι οι ιδιότητες του κλίματος δρουν σημαντικά όχι μόνο στα υλικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων αλλά και στην πνευματική και ηθική τους συμπεριφορά. Το κλίμα υποβάλλει τον τρόπο ζωής, αναπτύσσει το πνεύμα και τελικά διαμορφώνει την εθνική ταυτότητα των ανθρώπων. Όπως, μάλιστα, ήταν κοινή πρακτική για έναν επιστήμονα της λεγόμενης Ευρωπαϊκής περιφέρειας, ο Αιγινήτης αναφέρει αρκετούς Ευρωπαίους κλιματολόγους και μετεωρολόγους που υποστηρίζουν τις απόψεις του.
Μεταξύ αυτών ο Edme Hippolyte Marié-Davy που υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους επιστήμονες στον κλάδο της μετεωρολογίας και υπηρέτησε ως Αναπληρωτής Διευθυντής στο Αστεροσκοπείο του Παρισιού στη δεκαετία του 1860, αλλά και ο περίφημος Γερμανός φυσιοδίφης Alexander von Humboldt και το εξαιρετικό έργο του Cosmos.
Eπιπλέον, ο Αιγινήτης αποδεικνύει την ενημέρωσή του στη σύγχρονη για την εποχή του σχετική διεθνή βιβλιογραφία παραθέτοντας μια αρκετά εκτενή λίστα έργων που αναφέρονται στο κλίμα της Ελλάδας γενικά, και ειδικότερα στο κλίμα των Αθηνών.
Στις αναφορές αυτές θα πρέπει να προστεθεί και η λεπτομερής ανάλυση των χρονοσειρών με τα διαθέσιμα δεδομένα, έτσι ώστε ο Αιγινήτης να μπορεί να πείσει το κοινό στο οποίο απευθύνεται πως η θεωρία του στηριζόταν απόλυτα στα εμπειρικά δεδομένα και δεν ήταν απλώς ένα αμφιλεγόμενο ιδεολόγημα δικής του επινόησης. Για τον λόγο αυτόν ισχυρίζεται ότι οι επιστημονικές μετρήσεις κλιματολογικών στοιχείων συμβάλλουν προς την αναθεώρηση ορισμένων κοινών αντιλήψεων που έχουν επικρατήσει μέσα από τη λαϊκή παράδοση και τους μύθους και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά για αιώνες.
«Προς τούτοις ήτο επείγον να διαλυθώσιν αι υπό του εμπειρισμού καθιερωθείσαι περί του ελληνικού κλίματος πλάναι, εις ας ήγαγον ατελείς και ανακριβείς παρατηρήσεις και εσφαλμέναι των φυσικών φαινομένων υπό του λαού ερμηνείαι. Όντως, ως παρ’ άπασι τοις λαοίς της Γης, ούτω και παρά τω ελληνικώ υπάρχουσιν ερριζωμέναι, μεταξύ των ορθών και πολλαί σφαλεραί κλιματολογικαί ιδέαι ή προλήψεις, υπό τύπον δημωδών παραδόσεων, διά μέσου των αιώνων, από γενεάς εις γενεάν μεταδοθείσαι».
Για τον ίδιο, το κλίμα της Ελλάδας και της Αθήνας έχει μια ειδική σημασία από επιστημονική άποψη συγκρινόμενο με το κλίμα που επικρατεί σε άλλες χώρες ή πόλεις.
Γράφει χαρακτηριστικά:
«Το κλίμα της Ελλάδος και το των Αθηνών ιδία, από ιστορικής και φιλοσοφικής απόψεως εξεταζόμενον, αίρεται εις τας υψηλοτέρας σφαίρας της επιστημονικής ερεύνης και αποκτά σημασίαν πολύ ανωτέραν της συνήθους πρακτικής και τοπικής των κλιματολογικών μελετών άλλων πόλεων. Εν αυτώ πρόκειται να εύρη πηγάς θεωριών ο φιλόσοφος, φυσικάς πληροφορίας ο αρχαιολόγος, ζητήματα ερεύνης ο κοινωνιολόγος, να αρυσθή βοηθήματα ο ιστορικός, να δανεισθή επιστημονικόν φως ο φιλόλογος και να πορισθή οδηγίας ο πολιτειολόγος περί των αιτίων και της ιστορίας, της αναπτύξεως και της φύσεως των ποικίλων φαινομένων και της πορείας της ακμής και της πτώσεως του μεγίστου τούτου κέντρου του πολιτισμού της ανθρωπότητος».
O Αιγινήτης φαίνεται ωστόσο απογοητευμένος, αλλά και θυμωμένος με τη στάση ενός ακόμα Γερμανού, του βοτανολόγου Carl Nikolaus Fraas, που υπηρέτησε μάλιστα και για ένα μικρό διάστημα ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών πριν επιστρέψει στην πατρίδα του, αισθανόμενος ίσως μία παράδοξη και στοχευμένη προς εκείνον «ψύχρα» μέσα στο ζεστό κλίμα της Αττικής. Ο Αιγινήτης δεν φαίνεται να συγχώρησε ποτέ στον Fraas τον απαξιωτικό τρόπο με τον οποίο εκφράστηκε για τους Έλληνες όταν υποστήριζε πως: «Είναι απολύτως αδύνατον η χώρα αύτη να συμπεριληφθή ήδη εν τη χορεία των πεπολιτισμένων Εθνών, και μάλιστα θα ήτο μάταιος κόπος να την εμβολιάσωμεν διά του εκ Βορρά ή της Δύσεως προερχομένου σπέρματος. Το ισχυρόν κύμα του πολιτισμού, όπερ κυλίεται εξ Ανατολών προς Δυσμάς, έχει αφήσει όπισθεν αυτού έρημον, εκ της οποίας ουδείς καρπός της Φύσεως και του ανθρωπισμού δύναται να φθάση εις ωριμότητα!»
Έτσι, για τον Αιγινήτη τόσο ο Fallmerayer όσο και ο Fraas δεν ήταν παρά ψευδο-επιστήμονες, και χρησιμοποιεί παραθέματα από τα έργα άλλων γνωστών γεωγράφων και φυσιοδιφών της εποχής όπως οι Unger, Neumann, Partsch, Hann, Fischer, Philippson και Heldreich για να υποστηρίξει τις δικές του θέσεις έναντι των Γερμανών «αντιπάλων» του.
Σταθερά ο μέσος όρος
Ο Αιγινήτης επιστρέφει και προς το τέλος του βιβλίου του στην άποψη ότι το κλίμα γενικά δεν υφίσταται σημαντικές μεταβολές και θεωρεί πως αυτή η θεωρία δεν αποτελεί παρά αναπόδεικτη εικασία που βασίζεται σε δογματικές παρανοήσεις. Εκτιμά πως η ιστορία της ατμόσφαιρας είναι αρκετά παλιά ώστε να μας προστατέψει από τον φόβο μιας γενικής και μόνιμης κλιματικής αλλαγής του ευρωπαϊκού κλίματος. Γενικά, υπάρχουν κάποιες διακυμάνσεις γύρω από έναν διαμορφωμένο μέσο όρο, αλλά αυτός ο μέσος όρος δεν αλλάζει δραματικά ανά τους αιώνες.
Έχει μάλιστα ενδιαφέρον να κρατήσουμε ως κατακλείδα τα λόγια του Αιγινήτη για τις αιτίες που συνετέλεσαν στην παρακμή του Ελληνικού πολιτισμού:
«Εάν, συνεπεία φριχτής πολιτικής κακοδαιμονίας επί σειράν αιώνων παραταθείσης, εξέλιπον ή κατεπνίγησαν εν αυτή (ενν. στην Ελλάδα) αι Τέχναι, τας οποίας διέπλασεν, αι Επιστήμαι, τας οποίας εδημιούργησε, τα Γράμματα, τα οποία απαραμίλλως εκαλλιέργησε, και ο ύπατος των πολιτισμών ους είδε μέχρι τούδε ο κόσμος, παρέμεινεν όμως αμετάβλητος η δημιουργός αυτών δύναμις, η ψυχή η εμπνεύσασα πάντα ταύτα, το κλίμα και η φύσις η ελληνική καθόλου».
ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ-DNA εναντίον Φαλμεράυερ
Τι συνέβη όμως τον 6ο μ.Χ. αιώνα στην Πελοπόννησο; Ηταν άραγε τόσο σφοδρές οι επιδρομές των Αβάρων και των Σλάβων ώστε να εξαλείψουν παντελώς τους γηγενείς πληθυσμούς: Αντικαταστάθηκαν όντως αυτοί από σλαβικά φύλλα, όπως υποστήριξε ο γερμανός ιστορικός Φαλμεράυερ το 1830; Η άποψη του Φαλμεράυερ που πυροδότησε διαμάχη μεταξύ των συναδέλφων του διαρκούσε μέχρι τις μέρες μας, καθώς διαφορετικές σχολές ιστορικών έδινα διαφορετικές ερμηνείες στις ίδιες μεσαιωνικές πηγές. Φαίνεται όμως τελικά ότι η διαμάχη αυτή έφτασε στο τέλος της χάρη σε μια μεγάλη ομάδα ελλήνων και ξένων ερευνητών με επικεφαλής τον καθηγητή γενετικής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σιατλ των ΗΠΑ Γιώργο Σταματογιαννόπουλο. Ο Αιγηνίτης τελικώς δικαιώθηκε !
Οι ερευνητές μελέτησαν γενετικά δεδομένα ατόμων από κάθε γωνιά της Πελοποννήσου προκειμένου να αποφανθούν για την καταγωγή τους. Το γενικό συμπέρασμα αυτής της μελέτης, η οποία δημοσιεύτηκε μόλις στην διαδικτυακή έκδοση της επιστημονικής επιθεώρησης European Journal of Human Genetics, έρχεται να καταρρίψει την άποψη του γερμανού ιστορικού. Ειδικότερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ναι μεν υπήρξε σλαβική μετανάστευση στην Πελοπόννησο, αλλά οι αριθμοί των σλάβων μεταναστών ήταν πολύ μικροί σε σχέση με τους πληθυσμούς των γηγενών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το ποσοστό σλαβικής καταγωγής μεταξύ των διαφορετικών πληθυσμών της Πελοποννήσου κυμαίνεται από 0,2% έως 14,4%. Επιπροσθέτως, οι Μανιάτες και οι Τσάκωνες, που κατά τον Φαλμεράυερ ήταν σλαβικής καταγωγής, έχουν μηδαμινά ποσοστά σλαβικής επιμειξίας! Σύμφωνα με τον καθηγητή της Επιστήμης των Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Purdue στην Ιντιάνα των ΗΠΑ, κ. Πέτρο Δρινέα «οι Πελοποννήσιοι αποτελούν σαφώς διακριτό πληθυσμό από τους Σλάβους. Αντίθετα, η γενετική ανάλυση έδειξε ότι εμφανίζουν ιδιαίτερα μεγάλη ομοιότητα με τους Σικελούς και τους Ιταλούς».
Πόσο βέβαιοι μπορούμε όμως να είμαστε για ιστορικά γεγονότα , όταν αυτά μελετώνται με τη βοήθεια της γενετικής; «Χρησιμοποιήσαμε προηγμένες μεθόδους ανάλυσης δεδομένων για να εξετάσουμε την θεωρία της αντικατάστασης των Πελοποννησίων από τους Σλάβους» λέει η κ. Περιστέρα Πάσχου του Τμήματος Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης σε συνέντευξή της στο Βήμα . Πράγματι, η μελέτη ήταν ιδιαίτερα διεξοδική: τα δεδομένα αφορούσαν 2,5 εκατομμύρια γενετικούς δείκτες οι οποίοι μελετήθηκαν σε κάθε ένα από τα 241 άτομα που έλαβαν μέρος στην μελέτη και τα οποία επιλέχθηκαν έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η καταγωγή τους από συγκεκριμένες περιοχές της Πελοποννήσου. Όλα δείχνουν πάντως ότι η μελέτη θα συνεχιστεί καθώς το άρθρο της διεθνούς ερευνητικής ομάδας κλείνει με τη φράση: «Μελέτες αρχαίου DNA θα μπορούσαν να ελέγξουν αν υπάρχει σχέση μεταξύ των Μανιατών και των αρχαίων Λακώνων ή μεταξύ των Τσακώνων και των αρχαίων Ιώνων».
Με όλα αυτά φαίνεται πως η ελληνική ψυχή , το κλίμα και η φύση, για λόγους προφανείς, ή λιγότερο προφανείς, εξακολουθούν ακόμη μέχρι τις μέρες μας να δίνουν το παρόν ακόμη και εάν δεν υπάρχει σήμερα ένας Αιγινήτης !
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Παρατίθεται το Πέμπτο Κεφάλαιο από τον τόμο “Το κλίμα της Αττικής” εκδόσεως του 1908 το οποίο αναφέρεται στην σταθερότητα του κλίματος της Ελλάδος . Θα ακολουθήσουν σταδιακά και τα υπόλοιπα κεφάλαια
ΠΗΓΕΣ: Anthony D. Smith on nations and national identity: a critical assessment https://www.fractalart.gr -Γεώργιος Βλαχάκης – Έχει σχέση το κλίμα με την Εθνική ταυτότητα ,1836 Jakob Philipp Fallmerayer: The Early Albanian Settlement of the Peloponnese “ΤΟ ΒΗΜΑ”-Σουφλέρη Ιωάννα – “DNA εναντίον Φαλμεράυερ” www.ergo1.gr ,m , Manual of Meteorology
One comment